Ὁράτιοι

Ὁράτιοι
Ὁράτιος
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Οράτιοι — Ήρωες θρυλικού γεγονότος της αρχαίας ιστορίας της Ρώμης (7ος αι. π.Χ.). Στη διάρκεια του πόλεμου μεταξύ Ρώμης και Άλμπα Λόγγας, οι δύο πόλεις συμφώνησαν να εξαρτήσουν την τύχη του πόλεμου από τη μονομαχία μεταξύ τριών πολεμιστών από κάθε πλευρά.… …   Dictionary of Greek

  • Τσιμαρόζα, Ντομένικο — (Cimarosa, Αβέρσα, Καζέρτα 1749 – Βενετία 1801). Ιταλός συνθέτης. Γιος ενός χτίστη και μιας πλύστρας, σε ηλικία εφτά ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και ύστερα από μια περίοδο επαιτείας τον εμπιστεύτηκαν στους καλόγερους ενός μοναστηριού στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”